Ἀνικήτου

Ἀνικήτου
Ἀνίκητος
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ἀνικήτου — ἀνῑκήτου , ἀνίκητος unconquered masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ENYALII Jovis — mentio apud Ioseph. ex Histiaeo Milesio antiquissimo rerum Phoeniciarum Scriptore, qui de campo Senaar, ubi Babylon condita, sic scribit: Τῶν ευὲ ἱερέων τοὺς διασωθέντας, τὰ τȏυ Ε᾿νυαλέου Διὸς ἱερώματα λαβόντας, εἰς Σεναὰρ τῆς Βαβυλῶνος ἐλθεῖν.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • αλεξιάρης — Μυθολογικό πρόσωπο. Γιος του Ηρακλή και της Ήβης, την οποία νυμφεύτηκε ο μυθικός ήρωας όταν ανέβηκε στον ουρανό και έγινε αθάνατος από τους θεούς. Ήταν αδελφός του Ανίκητου, από τους ίδιους γονείς. Ο Α. και ο Ανίκητος ήταν οι μόνοι από τους 50… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Θρησκεία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ Το περιεχόμενο της θρησκείας που επικράτησε στον ελλαδικό χώρο κατά την Παλαιολιθική εποχή δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί επακριβώς. Τα λιγοστά και δυσεξιχνίαστης σημασίας ευρήματα δεν βοηθούν προς την κατεύθυνση αυτή …   Dictionary of Greek

  • Μπαρτ, Ζαν — (Jean Bart, Δουνκέρκη 1650 – 1702). Γάλλος ναύαρχος. Οι νίκες του εναντίον των πειρατών της Μεσογείου και του Ατλαντικού τον περιέβαλαν με τον θρύλο του ανίκητου. Το 1689 αιχμαλωτίστηκε από τους Άγγλους, κατόρθωσε όμως να δραπετεύσει και να… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”